ΝΑΥΠΗΓΟΕΠΙΣΚΕΥΗ Crash test: Πειραιάς vs Τούζλα

TERZIS Veditorial

Editorial Οκτωβρίου: Βασίλης Τερζής, Α Αντιπρόεδρος ΕΕΝΜΑ

Εδώ και χρόνια συντελείται μπροστά τα μάτια μας ένα εθνικό ατόπημα. Γινόμαστε μάρτυρες μιας θλιβερής επαναλαμβανόμενης εικόνας: να περνούν κάθε χρόνο εκατοντάδες πλοία, μερικά μίλια μακριά από την Ελλάδα και τα ελληνικά λιμάνια, ‘φορτωμένα’ με σημαντικά χρηματικά ποσά που προκύπτουν από ανάγκες επισκευών, ανεφοδιασμού και  τροφοδοσίας και να κατευθύνονται στην γειτονική χώρα, την Τουρκία. Δυστυχώς είμαστε θεατές σε ένα εθνικό δράμα, που συντελείται μπροστά στα μάτια μας. Για άλλη μια φορά αφήνουμε ευκαιρίες να φύγουν μέσα από τα χέρια μας.

Και σαν παράδειγμα φέρνω δύο μαγαζιά, το ένα απέναντι από το άλλο, που πουλάνε το ίδιο. σουβλάκι, της ίδιας ποιότητας, με την διαφορά ότι το ένα μαγαζί το πουλάει 1,50 Ευρώ ενώ το απέναντι το πουλάει 3 Ευρώ. Και επιπλέον, για να το οπτικοποιήσω, σκεφτείτε ότι μέσα στο μαγαζί με το ακριβό σουβλάκι επικρατεί μία εφιαλτική κατάσταση, με όλους να τσακώνονται μεταξύ τους και να ρίχνουν ο ένας το φταίξιμο στον άλλο. Αυτή είναι η εικόνα της χώρας μας σε όλο της το μεγαλείο και μικρογραφία της αποτελεί και η ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη. Όλοι θέλουν να την αλλάξουν αλλά στο τέλος της ημέρας κανείς δεν κάνει κάτι για να αλλάξει επί της ουσίας. Και σας ρωτώ τώρα: Εσείς θα επιλέγατε αυτό το μαγαζί; Προφανώς όχι!

Το φαινόμενο αυτό είναι απόρροια της ανικανότητας μας να καταλάβουμε τα τελευταία χρόνια το αυτονόητο, ότι δηλαδή πρέπει να ανταγωνιστούμε το ‘απέναντι μαγαζί’ σε όλα τα επίπεδα, αν θέλουμε να υπάρχουμε. Οι εποχές έχουν αλλάξει εδώ και καιρό.

 Η ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Πειραιά έχει πολύ μεγάλες δυνατότητες, έχει την γνώση, έχει την εμπειρία, έχει όλα τα εχέγγυα για να παίξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην Μεσόγειο, αξιοποιώντας τους ανθρώπους της και τις υπάρχουσες υποδομές.

 Πρέπει όμως να αναλογιστούμε αν πραγματικά θέλουμε τον ρόλο του πρωταγωνιστή σε αυτό το έργο. Αν η απάντηση είναι “Ναι”, τότε πρέπει να την αλλάξουμε τη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, πρέπει να την αναδομήσουμε εκ βάθρων, κοιτώντας μακριά και όχι τα μικροσυμφέροντά μας. Κάθε αλλαγή μπορεί να φέρει και αστοχίες, πράγματα που ενδεχομένως θα μπορούσαν να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν καλύτερα. Αυτά όμως φροντίζει και τα διορθώνει μόνη της η αγορά.

 Εμείς οι ίδιοι πρέπει να γίνουμε το παράδειγμα και όχι να ψάχνουμε κάποιον για να παραδειγματιστούμε. Έχουμε προσόντα και αυτό είναι γνωστό σε όλους. Δεν θα έπρεπε να χρειαζόμαστε την Cosco, λόγου χάρη, για να στήσουμε ένα λειτουργικό και αποδοτικό λιμάνι. Εμείς έπρεπε να το έχουμε κάνει πριν από αυτούς και να δίνουμε τον ρυθμό και το παράδειγμα στην παγκόσμια αγορά. Είναι να αναρωτιέσαι γιατί ένας λαός με τη ναυτοσύνη του Έλληνα ναυτικού, με τα προσόντα και τις γνώσεις του Έλληνα τεχνίτη στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, με το δαιμόνιο του Έλληνα εφοπλιστή και με ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια ναυτιλία, δεν έχει ανταγωνιστική ναυπηγοεπισκευή! Η απάντηση ίσως είναι “Επειδή η Τουρκία έχει γίνει η Κίνα της Ευρώπης”.

 Για παράδειγμα, οι προσφορές που δέχθηκε το 2014 ένα πλοίο χωρητικότητας 5.000 DWT για Special Survey στην Ελλάδα άγγιξαν τις 575.000 Δολάρια (ποσό που περιλαμβάνει και όλα τα παράπλευρα έξοδα όπως πρακτορεύσεις, πιλότους, λιμενικά, δεξαμενή, υλικά, εργατικά, μηχανουργικά κ.α.) και αυτό μετά από μεγάλες προσπάθειες με τα Σωματεία, την εργοδοσία κ.λπ. ενώ οι αντίστοιχες προσφορές της Τουρκίας (από 4 διαφορετικά ναυπηγεία) δεν υπερέβησαν τις 450.000 Δολάρια, συμπεριλαμβανομένου το κόστους όλων των πρόσθετων εξόδων που προκύπτουν από την Ελλάδα ως την Τουρκία. Αυτό από μόνο του πρέπει να λέει πολλά.Πως μπορείς να θέλεις να παίξεις στο ίδιο γήπεδο με την αντίπαλη ομάδα όταν έχεις τόσο μεγάλες αποκλίσεις; Έχεις αυτομάτως θέσει τον εαυτό σου εκτός αγώνα, εκτός αγοράς, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι το πλοίο δραστηριοποιείται στον διεθνή στίβο και πρέπει να διαμορφώνει τα κόστη του ανάλογα με τους ανταγωνιστές του. Και το λυπηρό είναι ότι, όσον αφορά την τεχνογνωσία τουλάχιστον, δεν υστερείς σε τίποτα. Το αντίθετο, υπερτερούμε σε όλους τους τομείς!

 Η Τούζλα όμως έχει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Για αρχή, ένα από αυτά είναι η ύπαρξη πολλών αυτοτελών ναυπηγοεπισκευαστικών μονάδων, με επαρκή αριθμό πλωτών και μονίμων δεξαμενών, με αποτέλεσμα ο τοπικός ανταγωνισμός που αναπτύσσεται να λειτουργεί εξορθολογιστικά στην διαμόρφωση των χρεώσεων.

 Παράλληλα, το ιδιαίτερα χαμηλό εργατικό κόστος επηρεάζει σημαντικά στη διαμόρφωση ενός προσιτού τελικού κοστολογίου.

 Επιπλέον, ο σεβασμός που επιδεικνύεται στον πελάτη, (είτε πρόκειται για τον πλοιοκτήτη είτε για τον διαχειριστή,) από το σύνολο της ναυπηγοεπισκευαστικής κοινότητας, είναι αξιοσημείωτος.

 Για να γίνει ανταγωνιστικός ο Πειραιάς απέναντι στην Τούζλα θα πρέπει να καταλάβουμε σε τι πραγματικά υπερτερεί η ανταγωνίστρια ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη της Τούζλα και να πράξουμε ό,τι είναι δυνατό σε όλους αυτούς του τομείς ώστε να γίνει ο Πειραιάς (και η ευρύτερη περιοχή) η πρώτη επιλογή των ξένων και η μοναδική επιλογή των Ελλήνων διαχειριστών και πιστεύω ότι πραγματικά μπορεί να γίνει.

 Ακόμα, ίσως θα έπρεπε να σκεφτεί κανείς με ποιόν τρόπο θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε αυτό τον κλάδο οι χιλιάδες μετανάστες προκειμένου να αποκτήσουμε καλύτερα κοστολόγια, κάτι το οποίο έπραξαν και πράττουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, η Γερμανία κ.α.

 Χρειάζεται να κοιτάξουμε πιο μακριά, να δούμε το δάσος και όχι το δένδρο. Να παραμερίσουμε τα μικροσυμφέροντα και να λειτουργήσουμε ως σύνολο, όχι ως μονάδες και ας μην βιαστούν οι συντεχνίες να θιγούν από την αναδιάταξη.

 Είναι βέβαιο ότι θα πρέπει να ξεφύγουμε από τη νοοτροπία των πολλών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και να δημιουργήσουμε συνέργιες με στόχο τη ανάπτυξη μεγαλύτερων ‘δυνάμεων’, δίνοντάς μας έτσι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που προκύπτουν από αυτό.

Όσον αφορά τα Σωματεία όλων των κλάδων, θα πρέπει να εκφράζονται από ένα κοινό όργανο που να έχει ως γνώμονα την διατήρηση της εργασιακής ηρεμίας αλλά και της ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τους γείτονες.

 Επίσης, απαιτείται η άμεση επέμβαση της πολιτείας ώστε να επαναλειτουργήσουν τα υπάρχοντα ναυπηγεία και να απλουστευθούν όλες τις διαδικασίες προς όφελος όλων των εμπλεκόμενων μέρων. Δεν υπάρχει λογική σε κάποιες από τις διαδικασίες που εφαρμόζονται. Κάποια πράγματα θα πρέπει αλλάξουν και να προσαρμοστούν στην σημερινή πραγματικότητα και αγορά.

 Εάν τα παραπάνω δεν αποτελέσουν πρωταρχικό μας μέλημά, τα πλοία θα περνούν και θα μας προσπερνούν και εμείς θα αναλογιζόμαστε ότι κάποιος άλλος μας φταίει.

Ποιότητα, ποιότητα, ποιότητα.

Συνέπεια, συνέπεια, συνέπεια.

Ανταγωνιστικότητα, ανταγωνιστικότητα, ανταγωνιστικότητα.

 Αυτός θα πρέπει να είναι ο γνώμονας που θα μας κατευθύνει.